Περιπλέκεται η υπόθεση για το μεγάλο έργο των οπτικών ινών, που αποτελεί για την κυβέρνηση ένα από τα μεγάλα κομμάτια του παζλ για τον εκσυγχρονισμό των τηλεπικοινωνιακών υποδομών της χώρας.
Η απόφαση της ΔΕΗ να προσφύγει κατά του αποκλεισμού της από το έργο του UFBB (του έργου ΣΔΙΤ προϋπολογισμού 700 εκατ. ευρώ που θα προσφέρει πρόσβαση στο διαδίκτυο μέσω οπτικής ίνας σε 800.000 νοικοκυριά και επιχειρήσεις) ήταν σε γενικές γραμμές αναμενόμενη με βάση τις διαρροές προηγούμενων εβδομάδων. Η ΔΕΗ υποστηρίζει πως κακώς αποκλείστηκε διότι -σύμφωνα με την ίδια- υπέβαλε εγκαίρως την προσφορά της στην ηλεκτρονική πλατφόρμα του Εθνικού Συστήματος Ηλεκτρονικών Δημοσίων Συμβάσεων (ΕΣΗΔΗΣ) ελάχιστα πριν τη λήξη της προθεσμίας. Η σχετική προθεσμία έληξε στις 2 μ.μ. στις 17 Σεπτεμβρίου και όπως έγινε γνωστό αργότερα, προσφορές είχαν καταθέσει ο ΟΤΕ και το κοινοπρακτικό σχήμα ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή - Grid Telecom.
Η ΔΕΗ αμφισβητεί τη νομιμότητα του αποκλεισμού της και υποστηρίζει πως έχει στοιχεία που τεκμηριώνουν τον ισχυρισμό της. Η μπάλα είναι τώρα στο γήπεδο της Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών (ΑΕΠΠ) που θα αποφασίσει επί της προσφυγής της ΔΕΗ σε 20 ημέρες. Μέχρι τότε, τα μολύβια, όσον αφορά στην αξιολόγηση των δύο προσφορών του UFBB, θα μείνουν κάτω και δεν αποκλείεται να παραμείνουν έτσι για καιρό, αφού η ΔΕΗ μπορεί σε μια απόρριψη της προσφυγής της από την ΑΕΠΠ να προσφύγει στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Σε μια τέτοια περίπτωση, η αναμονή μπορεί να κρατήσει έξι ή περισσότερους μήνες.
Βεβαίως όλα αυτά ουδόλως εξυπηρετούν την υλοποίηση του έργου σε μία περίοδο που η κυβέρνηση μιλάει επιτακτικά για την ανάγκη αντικατάστασης των δικτύων χαλκού, ενώ η ΕΕΤΤ επεξεργάζεται λύσεις και προγράμματα για τη μετάβαση από τον χαλκό στην οπτική ίνα.
Σύμφωνα με τα επενδυτικά προγράμματα των τηλεπικοινωνιακών εταιρειών, με δίκτυα οπτικών ινών θα καλυφθούν 2 εκατ. νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Το UFBB θα ανέβαζε τον συνολικό -δυνητικό- αριθμό σε 2,8 εκατ. και με δεδομένο ότι στη χώρα μας υπάρχουν περίπου 4,8 εκατ. δυνητικές συνδέσαεις υπάρχει χώρος για την ανάπτυξη επιπλέον υποδομών από (υφιστάμενους ή νέους) παρόχους. Την εκτίμηση αυτή έχει άλλωστε κάνει και ο υπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης Κυριάκος Πιερρακάκης που σε πρόσφατες δηλώσεις του έχει επισημάνει πως στον τομέα των σταθερών δικτύων η Ελλάδα βρίσκεται αρκετά πίσω στη διεθνή κατάταξη, καθώς καταλαμβάνει την 100η θέση σε σχετικές αξιολογήσεις. Αντίθετα στην κινητή τηλεφωνία βρίσκεται στην 25η θέση.