Ιστορική χαρακτηρίζεται η σημερινή συμφωνία κατά τη διάρκεια της διάσκεψης G7 για τη φορολόγηση των πολυεθνικών επιχειρήσεων. Σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά οι Υπουργοί Οικονομικών των επτά μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου κατέληξαν στην επιβολή ελάχιστου εταιρικού φόρου της τάξεως του 15%, κίνηση που έχει ως στόχο να μεταρρυθμίσει το παγκόσμιο φορολογικό σύστημα, όπως σημείωσε ο Άγγλος Υπουργός, Ρίσι Σούνακ.
Η συμφωνία των G7 επηρεάζει πλήθος εταιρειών και από τον κλάδο της τεχνολογίας, όπως την Apple, το Facebook ή τη Google, ενώ εκτιμάται ότι θα σταματήσει και τον ανταγωνισμό των κρατών, τα οποία προκειμένου να προσελκύσουν επενδύσεις έδιναν σημαντικά φορολογικά κίνητρα στις μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες.
Με δεδηλωμένη την πρόθεση των G7 (ΗΠΑ, Καναδάς, Γερμανία, Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία, Ιαπωνία) να προχωρήσουν στη φορολόγηση αυτών των επιχειρήσεων, είναι δεδομένο ότι ασκείται η απαραίτητη πίεση στον υπόλοιπο κόσμο να ακολουθήσει αυτό το παράδειγμα, με τη διάσκεψη των G20 να ακολουθεί τον επόμενο μήνα.
Η υιοθέτηση του ελάχιστου εταιρικού φόρου είναι ουσιαστικά αποδοχή της πρότασης Μπάιντεν που έκανε πριν από περίπου δύο μήνες, προσβλέποντας σε ένα δικαιότερο φορολογικό σύστημα, όπως είχε τότε σημειώσει.
Ο ελάχιστος φόρος των πολυεθνικών επιχειρήσεων θα εισφέρει στα ταμεία των κρατών έσοδα πολλών δισεκατομμυρίων κάθε έτος. Χαρακτηριστικά, σύμφωνα με πόρισμα της ανεξάρτητης ευρωπαϊκής αρχής Tax Observatory, ο φόρος στο 15% εκτιμάται ότι θα εξασφαλίσει τουλάχιστον 50 δισεκατομμύρια ευρώ επιπλέον στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ η Αγγλία μόνο για τη φορολόγηση της ΒΡ μπορεί να προσδοκά σε τουλάχιστον 200 εκατομμύρια ευρώ κάθε έτος. Χρήματα που ειδικά στην παρούσα στιγμή είναι απαραίτητα, καθώς οι κυβερνήσεις έχουν να διαχειριστούν το τεράστιο χρέος που έχει αφήσει η πανδημία.