Δεν το διάβασα στην ώρα του: κανονικά γράφτηκε την επόμενη της Παγκόσμιας Ημέρας Emoji (Εμότζι), δηλαδή της 17ης Ιουλίου. Η ημέρα παρεμπιπτόντως, όπως μας ενημερώνει το σχετικό σάιτ (βεβαίως υπάρχει) είναι η ημερομηνία που πολλές εταιρείες χρησιμοποιούν σαν εικονίδιο και/ή εμότζι για την εφαρμογή ημερολογίου τους. Στην πραγματικότητα, πρώτη το έκανε η Apple, μάλλον τυχαία και στη συνέχεια, λόγω της επιτυχίας της ιδέας, ακολούθησαν η Google και ο Mozilla. Και αν κάτι υποστηρίζεται από την Apple και την Google, γίνεται μόδα και το θέμα λήγει.
Όπως και να ‘χει έπεσε μπροστά μου ούτως ή άλλως και έχει κάποιο ενδιαφέρον: στο κείμενό του στο LinkedIn σχετικά με τη... γιορτή, o Τζος Γκίνσμπεργκ, CEO και συνιδρυτής της Zignal Labs, μιας εταιρείας που δραστηριοποιείται στο media intelligence, κάνει μια επίδειξη των δυνατοτήτων της εταιρείας του, εξηγώντας με στοιχεία, γιατί τα emoji είναι μεγάλη υπόθεση και γιατί τα brands θα πρέπει να τα χρησιμοποιούν. Τα στοιχεία προέρχονται από το Twitter και δείχνουν ότι η Παγκόσμια Ημέρα Εμότζι γιορτάστηκε δεόντως στο Μικρό Γαλάζιο Πουλί.
Φυσικά κανείς δεν περίμενε τον κ. Γκίνσμπεργκ για να πεισθεί ότι τα εμότζι είναι ιδιαίτερα δημοφιλή: από τις αρχές της δεκαετίας του 2010 που ξέφυγαν από τα στενά όρια της Ιαπωνίας και του τοπικού οικοσυστήματος κινητής, τα εικονίδια έγιναν μέρος του προτύπου Unicode (και άρα τυποποιήθηκαν) και από εκεί και πέρα, τα συστήματα κοινωνικής δικτύωσης και τα (κυρίως εξ Ασίας, δηλαδή Samsung, δηλαδή μιμούμενα τις ιαπωνικές συνήθειες) κινητά φρόντισαν να τα μάθουμε όλοι. Και δε χρειαστήκαμε και πολλή πίεση αφού έτσι κι αλλιώς ήρθαν και πάτησαν στα “εμότικον” (αλλιώς γνωστά και ως “σμάιλι”) που όλοι χρησιμοποιούσαμε, ορισμένοι σε βαθμό κατάχρησης.
Ξέρω ότι ορισμένοι προχωρημένοι γλωσσολόγοι θεωρούν ότι τα εμότζι (και το υπερσύνολό τους, η γλώσσα των μηνυμάτων με τις πολλές συντμήσεις) έχουν φέρει επανάσταση στη γλώσσα –και από μια άποψη συμφωνώ, έχουν όντως φέρει επανάσταση. Ωστόσο, και με κίνδυνο να ακουστώ υπερβολικά συντηρητικός (μου συμβαίνει αυτό όσο περνούν τα χρόνια -και εδώ, αν έγραφα online μάλλον θα πρόσθετα ένα εμότζι) όλες οι επαναστάσεις δεν είναι για καλό. Ιδιαίτερα αν παρατηρήσει κανείς ότι η απλούστευση της γλώσσας η οποία παρουσιάζεται σαν επανάσταση, έρχεται ταυτόχρονα με μια γενικότερη τάση για απλούστευση της διαδικασίας σκέψης, προϊόν (και) της διάσπασης της προσοχής που προκαλείται από τον διαρκή βομβαρδισμό μηνυμάτων –κυριολεκτικών και μεταφορικών.
Ακόμα και αν δε φτάσει κανείς στα δυστοπικά σενάρια των αιώνιων απαισιόδοξων όπου οι διανοητικές λειτουργίες περιορίζονται στα απολύτως αναγκαία και η γλώσσα μοιάζει με αυτή των Ινδιάνων στο “Λούκυ Λουκ” (για όσους θυμούνται την κλασσική γαλλική λογοτεχνία των προηγούμενων δεκαετιών), μπορεί κανείς να δει ότι η μετατροπή της γραφής σε εικόνες σίγουρα έχει επίδραση στους ανθρώπους που τη χρησιμοποιούν άκριτα, ιδιαίτερα αν οι άνθρωποι αυτοί είναι αρκετά νέοι ώστε η κανονική γραφή να μην έχει εδραιωθεί απολύτως στο νου τους. Και αντιστρέφοντας τη ρήση των παλιών δασκάλων, όποιος δεν ξέρει να γράφει, δεν ξέρει και να διαβάζει –και από εκεί και πέρα το πράγμα ενδέχεται να στραβώσει εξαιρετικά.
Όπως γράφω συνήθως στο τέλος τέτοιων κειμένων, δε θέλω να εκληφθούν σαν καταστροφολογία: δεν πιστεύω ότι η ανθρωπότητα θα ξεχάσει να γράφει, ούτε ότι θα αποβλακωθεί σε σημείο αδυναμίας κατανόησης ακόμα και των πιο απλών εννοιών. Πιστεύω όμως ότι κάθε εργαλείο πρέπει να χρησιμοποιείται εκεί που χρειάζεται ώστε να διατηρεί την υπόστασή του χωρίς να εμποδίζει τη χρήση άλλων εργαλείων –και όχι μόνο σε θέματα σχετικά με τη γλώσσα. Η δημιουργία και χρήση εργαλείων είναι μια από τις δυνατότητες που κάνουν τον άνθρωπο να ξεχωρίζει από τα άλλα πλάσματα της φύσης. Θα είναι κρίμα μετά από τόσες χιλιάδες χρόνων εξέλιξης η δυνατότητα αυτή να αρχίσει, έστω, να υποβαθμίζεται και θα είναι ακόμα πιο κρίμα αυτό να συμβεί εξαιτίας της επικράτησης της τεχνολογίας υπολογιστών, του πιο τέλειου εργαλείου που κατασκεύασε η ίδια αυτή δυνατότητα.