Σημάδια ανάκαμψης από την ελληνική αγορά κινητής τηλεφωνίας

Σημάδια ανάκαμψης από την ελληνική αγορά κινητής τηλεφωνίας

Συντάκτης: Δημήτρης Μαλλάς @ 02.11.2017

Η οικονομική κρίση στην Ελλάδα άφησε πολλά σημάδια στην αγορά της κινητής τηλεφωνίας, που επί σειρά ετών παρουσίαζε συνεχή πτώση. Ωστόσο, τη φετινή χρονιά αρχίζουν να φαίνονται σημάδια ανάκαμψης, έστω και οριακής, με τα στελέχη του κλάδου να δηλώνουν αισιόδοξα ότι το πρόσημο για το 2017 θα είναι οριακό.

Σύμφωνα με τα στοιχεία από τη μελέτη του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΟΠΑ), με τίτλο «Οι Κινητές Επικοινωνίες και η Κινητή Ευρυζωνικότητα ως μοχλοί οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης», η οποία εκπονήθηκε για λογαριασμό της Ένωσης Εταιριών Κινητής Τηλεφωνίας (ΕΕΚΤ), το 2016 τα έσοδα από υπηρεσίες για τις ελληνικές εταιρείες κινητής τηλεφωνίας (σ.σ. πρόκειται για τον δείκτη που παρακολουθούν με μεγαλύτερη προσοχή οι πάροχοι) διαμορφώθηκαν στα 1,835 δισ. ευρώ παρουσιάζοντας πτώση 1,3% σε σχέση με το 2015 και φθάνοντας στο χαμηλότερο σημείο τους. Όμως, η τρέχουσα χρονιά εξελίσσεται διαφορετικά και υπάρχει μεταβολή στο πρόσημο, σύμφωνα και με τις δηλώσεις του διευθύνοντος συμβούλου της Wind, Νάσου Ζαρκαλή σε πρόσφατο συνέδριο για το χώρο των τηλεπικοινωνιών. Ειδικότερα, ο κ. Ζαρκαλής υποστήριξε πως το β’ τρίμηνο ήταν το πρώτο μετά από 8 χρόνια που συνολικά ο κλάδος παρουσίασε θετικό πρόσημο όσον αφορά στα έσοδα από υπηρεσίες και εκτίμησε πως το 2017 θα κλείσει με αύξηση έστω και σε επίπεδα της τάξεως του 1%. Περίπου αντίστοιχες είναι και οι εκτιμήσεις διεθνών αναλυτών, όπως η Merill Lynch, τις οποίες επικαλείται η μελέτη του ΟΠΑ, αναμένουν αύξηση των εσόδων από υπηρεσίες κατά 1,4% το 2017 και κατά 1,9% το 2018.

Σύμφωνα με την ίδια μελέτη, τα κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) διαμορφώθηκαν το 2016 στα 691 εκατ. ευρώ, επίπεδα ελαφρά χαμηλότερα (-2,7%) από το 2015, ενώ συνολικά η σωρευτική μείωση του EBITDA από την αρχή της οικονομικής κρίσης (2008) ανέρχεται σε 60%. Το μέσο έσοδο ανά συνδρομητή (ARPU) συνεχίζει να μειώνεται, αλλά με χαμηλό πλέον ρυθμό. Το 2016 ανήλθε σε 9,64 ευρώ/μήνα, μειωμένο κατά 2,8% από το 2015.

 

10,29 δισ. στο ΑΕΠ

Η μελέτη επικεντρώνεται στο θέμα της συμβολής του κλάδου στην ελληνική οικονομία και εκτιμά ότι το ΑΕΠ μπορεί να αυξηθεί κατά 2,05% (3,06 δισ. ευρώ) και τα δημόσια έσοδα κατά 1,62 δισ. ευρώ έως το 2021, εάν η Ελλάδα συγκλίνει πλήρως με την Ευρώπη στη διείσδυση της κινητής ευρυζωνικότητας και τη χρήση δεδομένων, με παράλληλη επικράτηση ενός ευνοϊκού επενδυτικού πλαισίου. Αντίθετα, όπως επισημαίνεται στη μελέτη, αν διατηρηθεί το υφιστάμενο περιβάλλον και η απόκλιση από την ευρωπαϊκή πραγματικότητα, η επιπρόσθετη συμβολή των κινητών επικοινωνιών στην ελληνική οικονομία θα περιοριστεί στο 1,25% του ΑΕΠ (2,82 δισ. ευρώ και 992,9 εκατ. ευρώ δημόσια έσοδα έως το 2021). To 2016 η συμβολή του κλάδου έφθασε στα 2,82 δις. ευρώ άμεσα και 10,29 δισ. ευρώ (με τα πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα) στο ΑΕΠ συνεισφέροντας στα δημόσια έσοδα κατά 1,18 δισ. ευρώ.

Παρά την υψηλή αύξηση της χρήσης το 2016, συγκριτικά με άλλες χώρες του ΟΟΣΑ, η κατανάλωση δεδομένων είναι πολύ χαμηλή στην Ελλάδα (0,4 GΒ κατά κεφαλή ανά μήνα έναντι 2,88 GΒ στον ΟΟΣΑ και 3,1 GΒ στις ευρωπαϊκές χώρες).

Οι εταιρείες κινητής τηλεφωνίας, παρά την κρίση και την πτώση των εσόδων τους, δείχνουν να επενδύουν αρκετά στις υποδομές τους και είναι χαρακτηριστικό ότι το 2016 οι επενδύσεις σε δίκτυα κινητά τηλεφωνίας ανήλθαν στα 351 εκατ. ευρώ, με το μεγαλύτερο μέρος να αφορά δίκτυα 4G.

 

Αδειοδότηση κεραιών

Το πρόβλημα, όμως, όπως αναφέρει και η μελέτη, είναι ότι προκειμένου να συνεχιστεί η αναβάθμιση σε δίκτυα 4G+, τα οποία προσφέρουν υψηλότερες ταχύτητες διακίνησης δεδομένων, και ενόψει της έλευσης της 5ης γενιάς, απαιτείται η αναβάθμιση και επαναδειοδότηση του υφιστάμενου δικτύου (11.000 σταθμοί βάσης και 5.000 μικρές κεραίες) καθώς και 1.000 επιπρόσθετοι σταθμοί βάσης και 10.000 επιπλέον μικρές κεραίες για την πύκνωση του συστήματος και την κάλυψη κενών σημείων.

Σημειωτέον πως σύμφωνα με την ΕΕΚΤ στο υφιστάμενο δίκτυο κεραιών υπάρχουν περίπου 1150 κεραίες, η ολοκλήρωση της αδειοδότησης των οποίων είναι ουσιαστικά μία τυπική διαδικασία, ενώ για άλλες 250 που απαιτούνται συμπληρωματικές μελέτες, έχει δοθεί παράταση και αναμένεται και αυτό το θέμα να κλείσει σύντομα.

H μελέτη του ΟΠΑ προτείνει απλοποίηση και εφαρμογή του ρυθμιστικού πλαισίου για την επιτάχυνση της αδειοδότησης των υφιστάμενων και νέων σταθμών βάσης. Στόχος η επίλυση των εκκρεμοτήτων για την αναβάθμιση των δικτύων, ώστε να υλοποιηθούν ταχύτερα οι προγραμματισμένες επενδύσεις. Η μελέτη σημειώνει πως υπάρχουν προβλήματα όπως είναι ότι οι προβλεπόμενοι χρόνοι έκδοσης αδειών δεν τηρούνται, η  πλειοψηφία των εμπλεκόμενων στις διαδικασίες (περιφέρειες, πολεοδομίες, δασαρχεία, αρχαιολογίες) δεν έχει εγγραφεί στο ΣΗΛΥΑ (σ.σ. το ηλεκτρονικό σύστημα για την αδειοδότηση των κεραιών), παρατηρείται καθυστέρηση έκδοσης πολεοδομικών εγκρίσεων από ορισμένες πολεοδομίες και των εγκρίσεων περιβαλλοντικών όρων από τις περιφέρειες, ενώ συνεχίζονται οι ελλείψεις στη δευτερογενή νομοθεσία (ΚΥΑ & ΥΑ).

Επίσης, η μελέτη προτείνει να προχωρήσει η απόδοση φασματικών περιοχών, έτοιμων προς χρήση, όπως είναι τα 2,6 GHz, όπου υπάρχουν διάφορα ζητήματα.

Τέλος, η μελέτη προτείνει και την κατάργηση του ειδικού τέλους ως ενός μέσου για την ενίσχυση της ζήτησης. Στην Ελλάδα ο καταναλωτής επιβαρύνεται έως 48,8% στον τελικό λογαριασμό του, όταν η μέγιστη επιβάρυνση στην ΕΕ είναι 25%.