Γυάλες, revisited

Γυάλες, revisited

Συντάκτης: Γρηγόρης Α. Μηλιαρέσης @ 12.10.2016

Άκουγα εχτές την εκπομπή του Κώστα Γιαννακίδη στον best 92,6 και κάποια στιγμή, σε ένα διευρυμένο σχόλιο που ξεκίνησε με τη διαβόητη συνεδρίαση της Βουλής και τη μετάδοσή της, ο εκλεκτός συνάδελφος αναφέρθηκε στην... κάθαρση των social media στην οποία πολλοί έχουμε επιδοθεί τα τελευταία δύο χρόνια. Αυτό που μου κίνησε περισσότερο την προσοχή δεν ήταν το περί block/unfollow/unfriend των ανεπιθύμητων όσο μια πιο γενική διαπίστωση σχετικά με το ότι ο κόσμος που κατασκευάζει καθένας μας ονλάιν είναι κατά κάποιον τρόπο ο ιδανικός –για μας- κόσμος. Και μου κίνησε την προσοχή επειδή θυμήθηκα για μια ακόμα φορά την προ τριμήνου συζήτηση περί “γυάλας-φίλτρων” –η διαφορά είναι ότι τότε μιλάγαμε για τα φίλτρα που βάζουν... για το καλό μας οι αλγόριθμοι των εταιρειών.

Βεβαίως δεν έχω αλλάξει άποψη: εξακολουθώ να βρίσκω πολύ ενοχλητικό το γεγονός ότι μια εταιρεία έχει αναθέσει σε ένα πρόγραμμα, όσο ευφυές και αν είναι αυτό (και προς το παρόν δεν είναι, πράγμα που κάνει το θέμα ακόμα πιο ενοχλητικό) να καθορίζει από ποιες πηγές θα ενημερώνομαι. Όμως όπως έχει αποδείξει επανειλημμένως η ιστορία, η χειρότερη μορφή απομόνωσης είναι η εθελούσια –μ' άλλα λόγια, ό,τι και αν κάνει ο αλγόριθμος του Facebook, αν κανείς έχει αποφασίσει να μη δει πληροφορίες από συγκεκριμένες πηγές ή αν τις δει να μην επηρεαστεί από αυτές, δε θα τις δει. Το ερώτημα είναι αν κάτι τέτοιο είναι καλό ή κακό –όπως το έθεσε ο Κώστας στην εκπομπή του ακουγόταν σαν καλό και από τη μεριά μου τείνω να συμφωνήσω.

Δεν οφείλουμε όλοι να ακούμε όλες τις απόψεις –και, σύμφωνα με τους κανόνες της πολιτισμικής ορθότητας, να τις σεβόμαστε, να μην τις επικρίνουμε και να υποστηρίζουμε το δικαίωμα του εκφραστή τους στην έκφρασή τους; Ναι –αλλά τελικά όχι. Θέλω να πω, τόσο εντός όσο και εκτός Ελλάδας, ειδικά τα τελευταία χρόνια έχουν έρθει στην επιφάνεια μερικές απόψεις που θέτουν σε δοκιμασία ακόμα και τους πιο υπομονετικούς εξ ημών. Και δεδομένου ότι με το πέρασμα του χρόνου η αντοχή μας σε ορισμένα πράγματα (προεξαρχούσης της βλακείας) μειώνεται, στην πράξη οι περισσότεροι κάνουμε το ίδιο: δημιουργούμε μια “γυάλα-φίλτρων” από πηγές που είτε συμφωνούν με τις δικές μας είτε, στη χειρότερη περίπτωση, δεν είναι κάθετα αντίθετες και μέσα εκεί περνάμε τον χρόνο μας.

Όμως αυτό δεν είναι πολύ διαφορετικό από αυτό που κάνουμε στον πραγματικό κόσμο, έτσι δεν είναι; Οι άνθρωποι πλησιάζουν πάντα τους ανθρώπους που τους μοιάζουν είχε πει πριν από 25 αιώνες ο Πλάτωνας και ελάχιστα πράγματα έχουν αλλάξει έκτοτε ειδικά όταν πρόκειται για προσωπικές σχέσεις, ερωτικές ή φιλικές. Είτε λόγω φιλαρέσκειας, είτε λόγω κούρασης, πόσοι επιδιώκουν με χαρά να συναναστραφούν ανθρώπους με τους οποίους διαφωνούν βαθιά; Και πόσο συχνά; Και αν είναι θεμιτό να ακολουθούμε την τακτική αυτή στην εκτός Δικτύου ζωή μας, γιατί να είναι αθέμιτο να το κάνουμε κάθε φορά που βρισκόμαστε ονλάιν;

Υποθέτω ότι επί της ουσίας η διαφορά συνίσταται στο αν και κατά πόσον τα φίλτρα τα βάζουμε εμείς οι ίδιοι ή κάποιος άλλος –όχι ότι στον πραγματικό κόσμο δεν κάνουμε υποχωρήσεις: απλώς εκεί έχουμε την αίσθηση ότι μας πέφτει λίγο περισσότερο λόγος ως προς το ποιες θα κάνουμε. Το ίδιο το γεγονός της οριοθέτησης του προσωπικού μας σύμπαντος όμως θα δυσκολευόμουν πολύ να το θεωρήσω σαν κάτι εξ ορισμού κακό. Αν δε, ορισμένες πλατφόρμες δε μας επιτρέπουν να βάλουμε όρια στην προσωπική μας επικοινωνία χωρίς παράλληλα να πετσοκόψουμε και την ενημέρωσή μας για το τι συμβαίνει στον κόσμο, ίσως θα πρέπει απλώς να αλλάξουμε τις συγκεκριμένες πλατφόρμες: ο κόσμος υπήρχε και πριν το Facebook και πιθανότατα θα υπάρξει και μετά από αυτό.