Πρόσφατα έκανα κράτηση από το booking.com σε ξενοδοχείο ελληνικού νησιού που είχε βαθμολογία 8,5. Συνηθισμένος από τη Βόρεια Ευρώπη, που το 8,5 σε ξενοδοχείο πόλης είναι παραπάνω από αξιοπρεπές, περίμενα το ίδιο και εδώ. Οι προσδοκίες μου διαψεύστηκαν – όχι οικτρά, αλλά πάντως σε σημαντικό βαθμό. Επειδή αυτό μου συνέβη για δεύτερη φορά, σκέφτομαι ότι μάλλον πρέπει ν’ αρχίσω να θεωρώ το φαινόμενο δεδομένο για την Ελλάδα, ίσως όχι σε ξενοδοχεία «για δουλειά» αλλά μάλλον σε ξενοδοχεία «για τουρισμό».
Γιατί συμβαίνει αυτό; Σίγουρα περίπτωση να κατηγορήσω τους συμπατριώτες μου, όπως συνήθως γίνεται σε κάτι τέτοιες περιπτώσεις, δεν υπάρχει αφού δεν βαθμολογούν μόνο Έλληνες – ίσως μάλιστα η πλειοψηφία να είναι αλλοδαποί. Τα ίδια τα ξενοδοχεία, από όσο γνωρίζω τουλάχιστον, δεν έχουν τρόπο να επηρεάσουν τη βαθμολογία τους. Τότε; Η μόνη εξήγηση που μπορώ να σκεφτώ είναι ψυχολογική: Βαθμολογούμε επιεικέστερα όταν είμαστε σε διακοπές. Στη Βόρεια Ευρώπη η έλλειψη καφέ ή σιδερώστρας από το δωμάτιο σημαίνει ότι πιθανότατα στη συνάντηση θα πάω τσαλακωμένος και κακόκεφος. Στο νησί τι να σιδερώσω, το μαγιό μου; Και, ποιος χρειάζεται καφετιέρα στο δωμάτιο, όταν λιάζεται όλη μέρα έξω; Νομίζω επομένως ότι ο ίδιος άνθρωπος αλλιώς βαθμολογεί όταν βρίσκεται στη Βόρεια και αλλιώς όταν βρίσκεται στη Νότια Ευρώπη.
Αν αναλύσει βέβαια κανείς λίγο παραπάνω, το θέμα ξεκινά από το πως αξιολογούμε γενικά, και μπορεί να φτάσει μέχρι την μαζική αξιολόγηση του κοινού στο ίντερνετ, στην ψηφιακή φήμη, αλλά και σε νομικά εργαλεία. Θεωρητικά η αξιολόγηση ανήκει είτε στους επαγγελματίες (εκπαιδευτικούς) είτε σε ανθρώπους με εμπειρία (senior management). Και γι αυτούς υπάρχει ολόκληρη θεωρία πως βαθμολογούν, αν δηλαδή πρέπει να λαμβάνουν υπόψη αποκλειστικά αντικειμενικούς ή και υποκειμενικούς παράγοντες. Ακόμα και αν θεωρηθεί το θέμα στον πραγματικό κόσμο λυμένο (που δεν είναι), η ψηφιακή ζωή τα έφερε έτσι ώστε αξιολόγηση να κάνουν όλοι για όλους, και μάλιστα ανώνυμα και χωρίς διαφάνεια. Το χειρότερο είναι ότι βάσει αυτών των ανώνυμων και αδιαφανών αξιολογήσεων βγαίνουν στατιστικές, αποφασίζονται τιμές (ακριβότερη/φθηνότερη υπηρεσία) και κρίνονται υπολήψεις (αν τον τάδε σεφ ή καλλιτέχνη αξίζει να τον επισκεφθεί κανείς, για να μην πω τίποτα για τις online αξιολογήσεις γιατρών…). Με άλλα λόγια, μια σημαντική παράμετρος της καθημερινότητάς μας στηρίζεται στην παραδοχή ότι όλοι μπορούν να βαθμολογήσουν. Με αυτήν μπορεί κανείς είτε να συμφωνήσει (κάτι το βαθιά δημοκρατικό, που όμως έχει τα παραπάνω προβλήματα) είτε να διαφωνήσει (κάτι το βαθιά πλατωνικό, που όμως μπορεί στο τέλος της σκέψης να οδηγήσει σε αφαίρεση ακόμα και του δικαιώματος ψήφου από συμπολίτες μας).
Τι πρέπει να κάνει κανείς; Για την ώρα να αναγνωρίσει το φαινόμενο και να ζήσει με αυτό. Αρκετοί από εμάς δεν αρκούνται στη βαθμολογία αλλά διαβάζουν και τα σχόλια. Ο ίδιος ο νομοθέτης στο Δίκαιο για τα Προσωπικά Δεδομένα χρησιμοποιεί εργαλείο αμαύρωσης/shaming του εμπορικού ονόματος για όσους παραβαίνουν τις διατάξεις του. Όσο για μένα, μάλλον από δω και πέρα θα υπολογίζω έναν βαθμό λιγότερο από τα σκορ του booking.com σε παραθεριστικά καταλύματα στη Νότια Ευρώπη – οι διακοπές είναι πάρα πολύ σημαντικές για να μου τις χαλάσει κάποιος που ενθουσιάστηκε και βαθμολογεί το νησί κι όχι το δωμάτιο.